Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „pos“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Po <-s, -s> [poː] SUBST αρσ οικ

Po
ποπός αρσ
Po

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
3 und 4 bzw. Pos.
de.wikipedia.org
Die Software umfasst Module wie Buchhaltung, CRM, Vertrieb, Einkauf, Websites & E-Commerce, POS, Produktion, Lagerhaltung, Projektmanagement, Inventar und Dienstleistungen.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "pos" σε άλλες γλώσσες

"pos" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский