Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Menstruation και menstruieren

Menstruation <-> [mɛnstruaˈtsjoːn] SUBST θηλ ενικ

menstruieren [mɛnstruˈiːrən] VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский