Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Lebensgefahr , Wesensgehalt , Lebensgefährte , lebensgefährlich και Lebensgefühl

Wesensgehalt <-(e)s, -e> SUBST αρσ ΝΟΜ

Lebensgefährte (-gefährtin) <-n, -n> SUBST αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский