Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „knickrig“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

knick(e)rig [ˈknɪk(ə)rɪç] ΕΠΊΘ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Schließlich erschien eine alte, prächtig gekleidete, aber „knickrig“ dreinschauende Frau.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "knickrig" σε άλλες γλώσσες

"knickrig" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский