Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „glomm“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

glomm [glɔm]

glomm απλ παρελθ von glimmen

Βλέπε και: glimmen

glimmen <glimmt, glomm, geglommen> [ˈglɪmən] VERB αμετάβ

glimmen <glimmt, glomm, geglommen> [ˈglɪmən] VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"glomm" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский