Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „bukik“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: buk

buk veraltet o. CH

buk απλ παρελθ von backen

Βλέπε και: backen

backen <bäckt, backte/buk, gebacken> [ˈbakən] VERB μεταβ (Brot, Kuchen)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский