Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „blöd blöde“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

blöd(e) [bløːt, ˈbløːdə] ΕΠΊΘ

1. blöd(e) οικ (dumm):

blöd(e)

2. blöd(e) οικ (unangenehm):

blöd(e)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский