Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Selbstkontrahent“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Selbstkontrahent(in) <-en, -en> SUBST αρσ(θηλ) ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Selbstkontrahent" σε άλλες γλώσσες

"Selbstkontrahent" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский