Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Sechzigjährige Sechzigjähriger“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Sechzigjährige(r) <-n, -n> SUBST mf

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Sechzigjährige Sechzigjähriger" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский