Wettbewerb <-(e)s, -e> [ˈvɛtbəvɛrp] SUBST αρσ
1. Wettbewerb (um Projekt, Schönheitswettbewerb):
-
διαγωνισμός αρσ
2. Wettbewerb ΑΘΛ:
-
συναγωνισμός αρσ
3. Wettbewerb ΟΙΚΟΝ:
-
ανταγωνισμός αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.