Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: platt , plan και pleite

pleite [ˈplaɪtə] ΕΠΊΘ

1. pleite (bankrott):

2. pleite οικ (ohne Geld):

plan [plaːn] ΕΠΊΘ

platt [plat] ΕΠΊΘ

2. platt μτφ (geschmacklos):

3. platt (oberflächlich):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский