Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Pimmel“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Pimmel <-s, -> [ˈpɪməl] SUBST αρσ οικ (Penis)

Pimmel
πουλί ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Pimmel" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский