Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Ladef��higkeit“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά

(Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Zähigkeit και Fähigkeit

Fähigkeit <-, -en> SUBST θηλ

Zähigkeit <-> SUBST θηλ ενικ

1. Zähigkeit (Konsistenz):

2. Zähigkeit (Widerstandsfähigkeit):

3. Zähigkeit (Ausdauer):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский