Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Höchstfrist“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Höchstfrist <-, -en> SUBST θηλ ΝΟΜ

Höchstfrist

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Ist keine Entsendung möglich oder ist die Höchstfrist abgelaufen, ist der Betroffene in dem Land versichert, in dem er seine Beschäftigung ausübt.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Höchstfrist" σε άλλες γλώσσες

"Höchstfrist" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский