Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Einflechtung“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Einflechtung (Hinzufügung) θηλ μτφ
Einflechtung (Integrierung) θηλ μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Einflechtung" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский