Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Betriebserwerb“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Betriebserwerb <-s> SUBST αρσ ενικ ΟΙΚΟΝ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Daraus ergibt sich, dass der Übernehmer bei einem Betriebserwerb aus der Konkursmasse nicht für offene, vor Übernahme fällig gewordene Lohnforderungen haftet.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Betriebserwerb" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский