Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Beipack“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Beipack <-(e)s> SUBST αρσ ενικ ΟΙΚΟΝ

Beipack

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Adhäsionsbeutel werden häufig zum Versand von Büchern, Prospekten und Katalogen sowie als Beipack für Garantieunterlagen oder Bedienungsanleitungen verwendet.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Beipack" σε άλλες γλώσσες

"Beipack" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский