Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Bammel“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Bammel <-s> [ˈbaməl] SUBST αρσ

Bammel ενικ οικ (Angst):

Bammel
φόβος αρσ
Bammel
τρακ ουδ
Bammel haben

Παραδειγματικές φράσεις με Bammel

Bammel haben

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Bammel" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский