Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Ausschreibungszeitraum“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Ausschreibungszeitraum <-(e)s, -räume> SUBST αρσ ΟΙΚΟΝ

Ausschreibungszeitraum

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der Ausschreibungszeitraum beträgt elf Jahre.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Ausschreibungszeitraum" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский