Γερμανικά » Ελληνικά

Aufständische(r) <-n, -n> SUBST mf

aufständisch [ˈaʊfʃtɛndɪʃ] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Αναζητήστε "Aufständische Aufständischer" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский