Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ένατη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενάτη [ɛˈnati] SUBST θηλ (ημέρα του μήνα)

η ενάτη
der Neunte αρσ
την ενάτη έκτου

Παραδειγματικές φράσεις με ενάτη

η ενάτη
der Neunte αρσ
την ενάτη έκτου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский