Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Schrott , Schottin και schrottreif

Schottin <-, -nen> SUBST θηλ

Schrott <-(e)s> [ʃrɔt] SUBST αρσ ενικ

1. Schrott (Altmetall):

2. Schrott (Unsinn):

κουταμάρες θηλ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский