Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Gemurmel , Oldtimer και Öldruck

Öldruck <-(e)s, -drücke> SUBST αρσ ΤΕΧΝΟΛ

Oldtimer <-s, -> [ˈɔʊltaɪmɐ] SUBST αρσ

Gemurmel <-s> [gəˈmʊrməl] SUBST ουδ ενικ

1. Gemurmel (leises Sprechen, von Bächlein):

2. Gemurmel (Gerede auch):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский