Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „sprunghaftes“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά

(Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

I . sprunghaft ΕΠΊΘ

1. sprunghaft:

brutal(e)

2. sprunghaft (unstet):

II . sprunghaft ΕΠΊΡΡ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Es ist ein schnelles, jazziges und sprunghaftes Thema, das zu einer großen Beschleunigung des musikalischen Verlaufs führt.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina