Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: obsolet και obsiegen

obsolet [ɔpzoˈleːt] ΕΠΊΘ τυπικ (veraltet)

1. obsolet (nicht mehr gebräuchlich):

désuet(-ète)

2. obsolet (überflüssig):

obsiegen* ΡΉΜΑ αμετάβ a. ΝΟΜ

obsiegen απαρχ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina