Nettigkeit <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Nettigkeit χωρίς πλ (Liebenswürdigkeit):
-
gentillesse θηλ
2. Nettigkeit (liebenswürdige Bemerkung):
-
gentillesse θηλ
3. Nettigkeit ειρων (unfreundliche Bemerkung):
-
amabilité θηλ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.