Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „nährend“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά

(Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

I . nähren [ˈnɛːrən] ΡΉΜΑ αμετάβ

II . nähren [ˈnɛːrən] ΡΉΜΑ μεταβ

1. nähren (füttern):

2. nähren (aufrechterhalten):

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
In einem Kunstwerk soll alles für die Sinne und den Geist fasslich, nährend, bildend und erhebend sein.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina