Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „lästigfallen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

lästigfallen

lästigfallen → lästig 2.

Βλέπε και: lästig

lästig [ˈlɛstɪç] ΕΠΊΘ

2. lästig (aufdringlich):

importun(e) τυπικ
jdm lästig fallen (lästigfallen)/werden

Παραδειγματικές φράσεις με lästigfallen

jdm lästig fallen (lästigfallen)/werden

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "lästigfallen" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina