Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: festigen , Festiger , gemäßigt , Prestige και gemasert

gemasert [gəˈmaːzɐt] ΕΠΊΘ

Prestige <-s; χωρίς πλ> [prɛsˈtiːʒ] ΟΥΣ ουδ τυπικ

gemäßigt [gəˈmɛːsɪçt] ΕΠΊΘ

1. gemäßigt:

2. gemäßigt (moderat):

Festiger <-s, -> ΟΥΣ αρσ

festigen [ˈfɛstɪgən] ΡΉΜΑ tr, r V

Βλέπε και: gefestigt

gefestigt ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina