Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „ausnüchtern“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

I . aus|nüchtern ΡΉΜΑ μεταβ +haben

ausnüchtern

II . aus|nüchtern ΡΉΜΑ αμετάβ +sein

ausnüchtern

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Da er nicht weiß, wer sie ist und wo sie wohnt, nimmt er sie mit in seine Wohnung zum Ausnüchtern.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"ausnüchtern" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina