Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „anscheißen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

an|scheißen ΡΉΜΑ μεταβ ανώμ αργκ

1. anscheißen (zurechtweisen):

anscheißen
engueuler οικ

2. anscheißen (betrügen):

anscheißen
enfoirer γαλλ αργκό
se faire enfler γαλλ αργκό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"anscheißen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina