Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „zwangseinweisen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

zwangs·ein·wei·sen ΡΉΜΑ μεταβ ανώμ

jdn [in etw αιτ ] zwangseinweisen

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

jdn [in etw αιτ ] zwangseinweisen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Die Androhung, seinen Sohn bei mangelndem Gehorsam zwangseinweisen zu lassen, löst bei dem Jungen Entsetzen, Angst und Trauer aus.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "zwangseinweisen" σε άλλες γλώσσες

"zwangseinweisen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文