Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „verschorfen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

ver·schor·fen* [fɛɐ̯ˈʃɔrfn̩] ΡΉΜΑ αμετάβ

verschorfen Wunde, Gesicht, Hand:

verschorfen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Kaum, dass er die Wundränder zusammenpresst, verschorfen sie auch schon.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "verschorfen" σε άλλες γλώσσες

"verschorfen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文