Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „pofen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

po·fen [ˈpo:fn̩] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

1. pofen (schlafen):

pofen
to kip βρετ οικ
pofen

2. pofen (unaufmerksam sein):

pofen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"pofen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文