Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „einsagen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

I . ein|sa·gen bes. νοτιογερμ, A ΡΉΜΑ μεταβ

II . ein|sa·gen bes. νοτιογερμ, A ΡΉΜΑ αμετάβ

jdm einsagen ΘΈΑΤ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Auch im allgemeinen Sprachgebrauch verwendet man soufflieren für das Vor- und Einsagen, speziell auch im Bereich der Schule (siehe Spickzettel).
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "einsagen" σε άλλες γλώσσες

"einsagen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文