Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „Wohngeldberechtigte Wohngeldberechtigter“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

Wohn·geld·be·rech·tig·te(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Αναζητήστε "Wohngeldberechtigte Wohngeldberechtigter" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文