Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „Leistungspflichtige“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

Leis·tungs·pflich·ti·ge(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ ΝΟΜ

Leistungspflichtige(r)
Leistungspflichtige(r)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Leistungspflichtige" σε άλλες γλώσσες

"Leistungspflichtige" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文