Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Eifrigkeit“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)
Eifrigkeit θηλ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der hochbeorderte Mitarbeiter findet im Obergeschoss eine völlig überflutete Damentoilette und übersieht in seiner Eifrigkeit, dass er einige interessierte Zuschauer hat.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Eifrigkeit" σε άλλες γλώσσες

"Eifrigkeit" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文