Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „wichtignehmen“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: indignement και clignement

clignement [kliɲ(ə)mɑ͂] ΟΥΣ αρσ

1. clignement (battement des paupières):

Blinzeln ουδ

2. clignement (tic nerveux):

Zucken ουδ

3. clignement (signe de connivence):

Zwinkern ουδ

indignement [ɛ͂diɲ(ə)mɑ͂] ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina