Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „réaccoutumer“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . réaccoutumer [ʀeakutyme] ΡΉΜΑ μεταβ

réaccoutumer qn à un travail

II . réaccoutumer [ʀeakutyme] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

se réaccoutumer à qn/qc

Παραδειγματικές φράσεις με réaccoutumer

réaccoutumer qn à un travail
se réaccoutumer à qn/qc

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "réaccoutumer" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina