Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „précairement“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

précairement [pʀekɛʀmɑ͂] ΕΠΊΡΡ

1. précairement:

précairement

2. précairement ΝΟΜ:

précairement

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Précairement ancré entre deux rochers, un vieux prunier tordu reverdit.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "précairement" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina