Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: abhorrer και révérend

abhorrer [abɔʀe] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό

révérend [ʀeveʀɑ͂] ΟΥΣ αρσ

1. révérend:

2. révérend (pasteur):

Reverend αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina