Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: machinerie , machine-outil και machiner

machinerie [maʃinʀi] ΟΥΣ θηλ

1. machinerie (équipement):

2. machinerie (salle des machines):

Maschinenraum αρσ

machiner [maʃine] ΡΉΜΑ μεταβ μειωτ (ourdir)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina