Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bason , mason και caravan

cara·van [ˈkærəvæn] ΟΥΣ

1. caravan βρετ (vehicle):

karavan αρσ

2. caravan + ενικ/πλ ρήμα (group of travellers):

karavana θηλ

ma·son [ˈmeɪsən] ΟΥΣ

1. mason (stonemason):

kamnosek(inja) αρσ (θηλ)

2. mason αμερικ (bricklayer):

zidar(ka) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina