Αγγλικά » Σλοβενικά

I . smudge [smʌʤ] ΡΉΜΑ μεταβ

1. smudge (smear):

razmazovati [στιγμ razmazati]

2. smudge (soil):

II . smudge [smʌʤ] ΡΉΜΑ αμετάβ

III . smudge [smʌʤ] ΟΥΣ also μτφ

madež αρσ

smudge-proof [ˈsmʌʤpru:f] ΕΠΊΘ

smudge-proof lipstick, mascara:

Παραδειγματικές φράσεις με smudged

her mascara had smudged

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "smudged" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina