Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: rely , real και reel

I . real [rɪəl] ΕΠΊΘ

1. real (not imaginary):

3. real (for emphasis):

4. real χιουμ (proper):

5. real οικ (utter):

II . real [rɪəl] ΕΠΊΡΡ esp αμερικ οικ

rely [rɪˈlaɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. rely (have confidence in):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina