Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: renovate , innovate και Jehovah

Je·ho·vah [ʤəˈhəʊvə] ΟΥΣ no άρθ, no πλ

Jehova αρσ

in·no·vate [ˈɪnə(ʊ)veɪt] ΡΉΜΑ αμετάβ

2. innovate (make changes):

spreminjati se [στιγμ spremeniti se]

reno·vate [ˈrenəveɪt] ΡΉΜΑ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina