Αγγλικά » Σλοβενικά

Μεταφράσεις για „laic“ στο λεξικό Αγγλικά » Σλοβενικά (Μετάβαση προς Σλοβενικά » Αγγλικά)

I . la·ic ['ləɪɪk] ΕΠΊΘ

laic

II . la·ic ['ləɪɪk] ΟΥΣ

laic
laik(inja) αρσ (θηλ)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
A movement that presents itself as a reformist and laic, opposition political movement.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "laic" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina