Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: elicit , solicit και illicit

elic·it [ɪˈlɪsɪt] ΡΉΜΑ μεταβ

1. elicit (obtain):

2. elicit (provoke):

klicati [στιγμ priklicati ]
izzivati [στιγμ izzvati]

il·lic·it [ɪˈlɪsɪt] ΕΠΊΘ

so·lic·it [səˈlɪsɪt] ΡΉΜΑ μεταβ form

2. solicit (sell):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina