Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: depleted , replete και deplete

re·plete [rɪˈpli:t] ΕΠΊΘ κατηγορ form

1. replete (no longer hungry):

sit

2. replete (provided):

de·plet·ed [dɪˈpli:tɪd] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina